Η Αίγινα του Παπαλουκά

0
1427

Δημοσιεύθηκε ο κατάλογος του Bonhams με έργα ελληνικού ενδιαφέροντος και ήδη, τα λεγόμενα μεγάλα έργα καταλαμβάνουν ψηφιακό χώρο στις ενημερωτικές σελίδες ως το νέο πεδίο μάχης των συλλεκτών.

Η προσοχή του αναγνώστη αξίζει να στραφεί σε ένα όνομα που η αξιοσύνη του είναι βεβαίως γνωστή, αλλά τα δύο έργα με τα οποία εκπροσωπείται δεν παρουσιάζονται κάτω από πηχυαίους τίτλος και νούμερα που ζαλίζουν. Πρόκειται για δύο μικρές σχετικά συνθέσεις του Σπύρου Παπαλουκά που απεικονίζουν τοπία της Αίγινας – η καθεμία δεν ξεπερνά σε ύψος τα 25 εκ. (λαχνοί αρ. 12 «αγροικία» και αρ. 13 «ξωκλήσι στην Αίγινα»).

Σπύρος Παπαλουκάς, «Αγροικία»

Φιλοτεχνήθηκαν στο νησί το 1923, χρονιά που ο τριαντάρης δημιουργός είχε νωπή την εμπειρία μιας ήττας. Όπως οι Περικλής Βυζάντιος και Παύλος Ροδοκανάκης, ταξίδεψε κι αυτός στη Μικρασία ως πολεμικός ανταποκριτής – ζωγράφος που μαζί με την απώλεια της Ιωνίας, έχασε όλη την παραγωγή από την Εκστρατεία – 500 έργα, μνημονεύει ο φίλος του Στρατής Δούκας, είχαν τη μοίρα της Σμύρνης: κάηκαν ολοσχερώς. Συντροφιά με τον Δούκα, τον Δημήτρη Πικιώνη και τον Κώστα Βάρναλη, ο Παπαλουκάς αποσύρεται στην Αίγινα και περιδιαβαίνει ζωγραφικά το τοπίο της. Αυτό που είναι λουσμένο στο αττικό φως.

Σπύρος Παπαλουκάς, «Ξωκλήσι στην Αίγινα»

Η πρώτη επαφή του με τη ζωγραφική ήταν τα μαθήματα αγιογραφίας που έλαβε στη γενέθλια Δεσφίνα από ένα χωριανό του αγιογράφο τον Νικόλαο Παπακωνσταντίνου. Ο χώρος της εκκλησίας μέσα αλλά και έξω στο φυσικό τοπίο του βουνού Κίρφης δεν του ήταν ξένος. Τα ξωκλήσια που ο Παπαλουκάς ζωγράφισε στις πλαγιές του νησιού μοιάζουν με θεοφάνειες.

Έχοντας θητεύσει στις παρισινές ακαδημίες Julian και Grande Chaumiere, μετέχει στις αναζητήσεις του ζωγραφικού μοντερνισμού και τον εγγράφει με δύναμη προσωπική στη συνέχεια της ελληνικής παράδοσης. Ωραία ο Πεντζίκης θα πει ότι ήταν επιφυλακτικός στους νεωτερισμούς και «ήταν καλλιτέχνης με συνείδηση χωρικού»∙ «ό,τι και αν εισήγαγε από τις συναλλαγές στο εξωτερικό το μεταφύτεψε και το καλλιέργησε ο ίδιος». Δεν ενδιαφέρθηκε δηλαδή για τη στιγμιαία αποτύπωση ενός χώρου-τοπίου όπως έκαναν οι ιμπρεσιονιστές, αλλά η βαθύτερη σημειολογική του διάσταση, δηλαδή η ουσιαστικότερη ματιά, λες κι επιδίωκε η συγκίνησή του να βρει μια περιδίνηση στο αέναο του χρόνου.

Εξηγεί ο Παπαλουκάς: «Μπορεί κάποιος να εκφράσει το φως με την ανακάλυψη των επιπέδων όπως με τις αρμονίες στη μουσική. Χρησιμοποίησα το χρώμα ως μέσον έκφρασης των συναισθημάτων και όχι ως μεταγραφή της φύσης. Χρησιμοποιώ τα απλούστερα των χρωμάτων… Τίποτε δεν εμποδίζει τη σύνθεση με λιγοστά χρώματα, όπως στη μουσική που οικοδομείται πάνω σε επτά μόνο νότες…»

Η δουλειά της Αίγινας δεν ήταν γι’ αυτόν μια φάση πειραματισμού ή μετάβαση σε κάτι άλλο. Γι’ αυτό και μαζί με τα έργα που ζωγράφισε κατόπιν στο Άγιον Όρος, θέλησε να τα παρουσιάσει σε μία συνεκτική πρόταση στο κοινό της Θεσσαλονίκης, τον Νοέμβρη του 1924. Αυτή ήταν η πρώτη ατομική αλλά και γενικότερα η πρώτη έκθεση ζωγραφικής στη συμπρωτεύουσα.

Άποψη της έκθεσης του Σπύρου Παπαλουκά στον Λευκό Πύργο

Δύο από αυτά τα μαγικά έργα έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε από κοντά στη δημόσια παρουσίαση του Greek sale στην Αθήνα (Αμαλίας 36, 5 έως 8 Μαΐου). Και μια λεπτομέρεια που αποσπάται από τη Μαργαρίτα Πουρνάρα στην Καθημερινή: «Ο Παναγιώτης Τέτσης, ακόμη και σε μεγάλη ηλικία, πήγαινε στον πέμπτο όροφο του Ιδρύματος Θεοχαράκη για να μπορέσει να μελετήσει με την ησυχία του τη δουλειά του Σπύρου Παπαλουκά, ιδίως την ενότητα με τα εκκλησάκια της Αίγινας».